Εδώ και δεκαετίες όλοι υποπτεύονταν ότι η άνευ ορίων παγκοσµιοποίηση θα οδηγούσε στη συρρίκνωση της πολιτικής
Του Κώστα Τσιάρα
Χαράς ευαγγέλια από την Ουάσιγκτον: για πολλοστή φορά την τελευταία τριετία, οι υπουργοί Οικονοµικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες της Οµάδας των 20 ισχυρότερων κρατών υποσχέθηκαν, λέει, να αναλάβουν «ισχυρή και συντονισµένη δράση» για τη σταθεροποίηση της παγκόσµιας οικονοµίας και την αποφυγή ενός νέου γύρου διεθνούς ύφεσης – της περιβόητης πλέον διπλής (double-dip) ύφεσης. Οι αγορές φυσικά δέχτηκαν τις νέες ασαφείς εξαγγελίες µε τη γνωστή αδιαφορία: ποιος ασχολείται µε τις υποσχέσεις των πολιτικών και των διορισµένων τεχνοκρατών; Στα διοικητικά συµβούλια κρίνονται χρόνια τώρα οι εξελίξεις, όχι στα κοινοβούλια, ούτε στις πολυτελείς διεθνείς συνόδους.
Εδώ και δεκαετίες όλοι υποπτεύονταν ότι η άνευ ορίων παγκοσµιοποίηση θα οδηγούσε στη συρρίκνωση της πολιτικής, και ιδιαίτερα της εθνικής πολιτικής, στο πλαίσιο του µοντέλου του έθνους-κράτους όπως αυτό επικράτησε από τον 19ο αιώνα ως σήµερα. Η κρίση όµως του 2008, και...
ιδίως η συντονισµένη πρεµούρα µε την οποία σύσσωµη η διεθνής πολιτική ηγεσία έσπευσε να «διασώσει» τις τράπεζες από τα τοξικά τους «βαρίδια», φορτώνοντας τη λυπητερή στον λαιµό όχι µόνο των σηµερινών εργαζοµένων, αλλά και των παιδιών τους, κατέδειξε την οριστική επικράτηση της οικονοµικής σφαίρας πάνω στην πολιτική. Ζούµε την πλήρη αντιστροφή του µοντέλου του κρατικού καπιταλισµού, όπου οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις υποτάσσονταν στο εθνικό συµφέρον.
Οπου και να κοιτάξει κάποιος στον αναπτυγµένο κόσµο, από την Ευρώπη ως τις ΗΠΑ και από την Ιαπωνία ως τον Καναδά, ένα είναι το «µάντρα» των πολιτικών, το φάρµακο «διά πάσαν νόσον»: η αυστηρή λιτότητα, η καταπολέµηση των ελλειµµάτων και φυσικά η συγκράτηση του πληθωρισµού. Τίποτε δεν κατάλαβαν από την κρίση: «Οι πολιτικοί µας κάνουν τα ίδια ακριβώς λάθη που έκαναν και στη δεκαετία του 1930 _ το “λάθος του Χούβερ” ξανά και ξανά», έγραψε πριν από λίγες ηµέρες µε γνήσια απόγνωση ο Πολ Κρούγκµαν.
Ανάκαμψη χωρίς απασχόληση
Οι κυβερνήσεις πέφτουν, αλλά η λιτότητα µένει. Σαν τους κοµπογιαννίτες «γιατρούς» του Μεσαίωνα, οι ηγέτες ξέρουν έναν µόνο τρόπο για να «γιατρέψουν» τους ασθενείς: τη συνεχή αφαίµαξη. Αν ο ασθενής είναι σκληροτράχηλος και επιζήσει, θριαµβολογούν για τη σοφία της συνταγής. Αν πεθάνει στο άνθος της ηλικίας του, τότε σίγουρα δεν φταίνε αυτοί, αλλά ο Θεός και η κακή του µοίρα...
Τι κι αν λοιπόν εκατοµµύρια άνθρωποι βρέθηκαν εκτός αγοράς εργασίας, στο πλαίσιο αυτής της σχιζοφρενικής «jobless recovery», της ανάκαµψης χωρίς δουλειές; Τι κι αν η έλλειψη οικονοµικής προοπτικής «χαντακώνει» τα σχέδια ανάκαµψης της κάθε χώρας ξεχωριστά και όλων µαζί και, σαν αυτοεκπληρούµενη προφητεία, οδηγεί αναπόδρα στα σε νέες κρίσεις; Οι τράπεζες να είναι καλά...
Ας δούµε την κατάσταση κατάµατα: οι νεοφιλελεύθερες µονεταριστικές ιδέες του Μίλτον Φρίντµαν και του δασκάλου του Φρίντριχ φον Χάγεκ θριαµβεύουν – και ας ξέρει όλος ο κόσµος ότι αυτές ακριβώς οι άκαµπτες, ανηλεείς ιδέες, µε την εµµονή τους στην υποτιθέµενη θαυµατουργή «αυτορρύθµιση» των απελευθερωµένων από κάθε θεσµικό καπίστρι αγορών και την αριθµολαγνική σχεδόν αδιαφορία τους για τις κοινωνικές επιπτώσεις, ευθύνονται για τη σηµερινή στασιµότητα, αλλά και για όσα δεινά θα ακολουθήσουν.
Ο καπιταλισμός της καταστροφής
Βέβαια τα ανά τον κόσµο «παιδιά από το Σικάγο» έχουν ένα πρόβληµα: οι ιδέες τους αρέσουν πολύ στους κρατούντες και ιδιαίτερα στους κατόχους παχυλών τραπεζικών λογαριασµών, κατά προτίµηση υπεράκτιων _ αλλά δεν µπόρεσαν ποτέ και πουθενά να επιβληθούν µε δηµοκρατικό τρόπο. Καλώς ή κακώς, οι λαοί δεν αντέχουν τη συνεχή οικονοµική αφαίµαξη, τη «δοµικά» υψηλή ανεργία και τη µόνιµη ανασφάλεια που προκαλεί το συστηµατικό γκρέµισµα των δικτύων ασφαλείας του κράτους Πρόνοιας. Πάνω απ’ όλα δεν αντέχουν την προκλητική ανισότητα _ τις οχυρωµένες νησίδες πλούτου των ολίγων εν µέσω γενικευµένης ανέχειας και αβεβαιότητας των πολλών. Για αυτό και οι πολιτικές αυτές πάντα προωθούνται µέσα από το δόγµα των διαδοχικών σοκ: µόνον έτσι µπορεί να επιβληθεί ο καπιταλισµός-«ζόµπι», ο καπιταλισµός της καταστροφής.
Τα διαδοχικά σοκ όµως ύφαναν την αόρατη γραµµή αγανάκτησης που συνδέει την Ταχρίρ µε το Σύνταγµα, την Πλάθα ντελ Σολ µε το Ουισκόν σιν, το Μπρίξτον µε το Μπανγκλαντές και τα banlieues του Παρισιού. ∆εν είναι ζήτηµα ιδεολογίας, αλλά τσέπης _ ο αργός αλλά σταθερός ξεσηκωµός των αδικηµένων «νοικοκυραίων» και των παιδιών τους που χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Απογοητευµένοι από την πολιτική, εκτοπισµένοι από την οικονοµία, εκατοµµύρια νυν ή εν δυνάµει νεόπτωχοι αναζητούν ενστικτωδώς µια διέξοδο έξω από την καθεστηκυία τάξη των καρτέλ: αναζητούν, επιτέλους, την επιστροφή στα διδάγµατα της πολιτικής οικονοµίας, που ξεχάστηκαν θαρρείς µέσα στον ορυµαγδό των αγορών.
Πριν από µερικές εβδοµάδες ένας σπουδαίος καθηγητής Πολιτικής Οικονοµίας και βιογράφος του Κέινς, ο Ρόµπερτ Σκιντέλσκι, έγραψε ότι αυτό που παρακολουθούµε παγκοσµίως είναι ο µεταθανάτιος αγώνας ρεβάνς µεταξύ των ιδεών του Κέινς και του Φον Χάγεκ – µεταξύ µιας πολιτικής υψηλών δαπανών και ελλειµµάτων που, παρ’ όλες τις δοµικές της αντιφάσεις, καταπολεµά την ανεργία και υποστηρίζει τις υπηρεσίες του κράτους Πρόνοιας και του σκληρού µονεταριστικού πλαισίου που υποστηρίζει µόνο τα συµφέροντα µιας υπερεθνικής πλουτοκρατικής ολιγαρχίας. Η εξέδρα είναι σαφώς υπέρ του πρώτου: ο διαιτητής όµως είναι φανερά «στηµένος» από τον δεύτερο. Ευτυχώς, η οµάδα του Χάγεκ βάζει το ένα αυτογκόλ µετά το άλλο…
Οι ξεχασµένες εξαγγελίες
Θυµάται κανείς τις «κορόνες» του Γκόρντον Μπράουν , της Ανγκελα Μέρκελ, του Σαρκοζί και του Μπαράκ Οµπάµα για την ανάγκη επιβολής ενός νέου, πιο ελεγχόµενου, πιο «κεΐνσιανού» διεθνούς χρηµατοοικονοµικού συστήµατος, τους πρώτους µήνες της κρίσης; Μάλλον τις ξέχασαν και οι ίδιοι: αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τη µετέπειτα συµπεριφορά τους, που συνίσταται στην πλήρη εξυπηρέτηση των τραπεζικών και άλλων ολιγοπωλίων σε βάρος των πολιτών τους. Πού καιρός τώρα για εποπτικά όργανα, δίκαιη φορολόγηση, αναπτυξιακά κίνητρα, φόρους Τόµπιν και άλλα τέτοια ουτοπικά... Η περίπτωση του Οµπάµα είναι πολύ χαρακτηριστική: ενώ εξελέγη υποσχόµενος να καθαρίσει την «κόπρο του Αυγείου» στη Wall Street, γρήγορα φάνηκε ότι δούλευε πρωτίστως για λογαριασµό της – επιτρέποντας τη συνέχιση της τραγωδίας εκατοµµυρίων αµερικανών πρώην «νοικοκυραίων» που από τη µία ηµέρα στην άλλη έχασαν τα σπίτια τους, αλλά και της χορήγησης των ληστρικών µπόνους στα ένοχα για την κρίση στελέχη των τραπεζών και των hedge funds.
Την ίδια στιγµή, στην Ευρώπη, η Γερµανία και άλλοι «σκληροί του Βορρά» επιµένουν στην κατάργηση των κοινοτικών κονδυλίων που συντηρούν 13 εκατοµµύρια πάµφτωχους Ευρωπαίους, ενώ ταυτόχρονα επεξεργάζονται σχέδια για την έξωση των «προβληµατικών» χωρών από την ευρωζώνη και τη συλλογική τιµωρία των πολιτών τους.
ΠΗΓΗ: http://www.tovima.gr/world/article/?aid=421612
Του Κώστα Τσιάρα
Χαράς ευαγγέλια από την Ουάσιγκτον: για πολλοστή φορά την τελευταία τριετία, οι υπουργοί Οικονοµικών και οι κεντρικοί τραπεζίτες της Οµάδας των 20 ισχυρότερων κρατών υποσχέθηκαν, λέει, να αναλάβουν «ισχυρή και συντονισµένη δράση» για τη σταθεροποίηση της παγκόσµιας οικονοµίας και την αποφυγή ενός νέου γύρου διεθνούς ύφεσης – της περιβόητης πλέον διπλής (double-dip) ύφεσης. Οι αγορές φυσικά δέχτηκαν τις νέες ασαφείς εξαγγελίες µε τη γνωστή αδιαφορία: ποιος ασχολείται µε τις υποσχέσεις των πολιτικών και των διορισµένων τεχνοκρατών; Στα διοικητικά συµβούλια κρίνονται χρόνια τώρα οι εξελίξεις, όχι στα κοινοβούλια, ούτε στις πολυτελείς διεθνείς συνόδους.
Εδώ και δεκαετίες όλοι υποπτεύονταν ότι η άνευ ορίων παγκοσµιοποίηση θα οδηγούσε στη συρρίκνωση της πολιτικής, και ιδιαίτερα της εθνικής πολιτικής, στο πλαίσιο του µοντέλου του έθνους-κράτους όπως αυτό επικράτησε από τον 19ο αιώνα ως σήµερα. Η κρίση όµως του 2008, και...
ιδίως η συντονισµένη πρεµούρα µε την οποία σύσσωµη η διεθνής πολιτική ηγεσία έσπευσε να «διασώσει» τις τράπεζες από τα τοξικά τους «βαρίδια», φορτώνοντας τη λυπητερή στον λαιµό όχι µόνο των σηµερινών εργαζοµένων, αλλά και των παιδιών τους, κατέδειξε την οριστική επικράτηση της οικονοµικής σφαίρας πάνω στην πολιτική. Ζούµε την πλήρη αντιστροφή του µοντέλου του κρατικού καπιταλισµού, όπου οι τράπεζες και οι επιχειρήσεις υποτάσσονταν στο εθνικό συµφέρον.
Οπου και να κοιτάξει κάποιος στον αναπτυγµένο κόσµο, από την Ευρώπη ως τις ΗΠΑ και από την Ιαπωνία ως τον Καναδά, ένα είναι το «µάντρα» των πολιτικών, το φάρµακο «διά πάσαν νόσον»: η αυστηρή λιτότητα, η καταπολέµηση των ελλειµµάτων και φυσικά η συγκράτηση του πληθωρισµού. Τίποτε δεν κατάλαβαν από την κρίση: «Οι πολιτικοί µας κάνουν τα ίδια ακριβώς λάθη που έκαναν και στη δεκαετία του 1930 _ το “λάθος του Χούβερ” ξανά και ξανά», έγραψε πριν από λίγες ηµέρες µε γνήσια απόγνωση ο Πολ Κρούγκµαν.
Ανάκαμψη χωρίς απασχόληση
Οι κυβερνήσεις πέφτουν, αλλά η λιτότητα µένει. Σαν τους κοµπογιαννίτες «γιατρούς» του Μεσαίωνα, οι ηγέτες ξέρουν έναν µόνο τρόπο για να «γιατρέψουν» τους ασθενείς: τη συνεχή αφαίµαξη. Αν ο ασθενής είναι σκληροτράχηλος και επιζήσει, θριαµβολογούν για τη σοφία της συνταγής. Αν πεθάνει στο άνθος της ηλικίας του, τότε σίγουρα δεν φταίνε αυτοί, αλλά ο Θεός και η κακή του µοίρα...
Τι κι αν λοιπόν εκατοµµύρια άνθρωποι βρέθηκαν εκτός αγοράς εργασίας, στο πλαίσιο αυτής της σχιζοφρενικής «jobless recovery», της ανάκαµψης χωρίς δουλειές; Τι κι αν η έλλειψη οικονοµικής προοπτικής «χαντακώνει» τα σχέδια ανάκαµψης της κάθε χώρας ξεχωριστά και όλων µαζί και, σαν αυτοεκπληρούµενη προφητεία, οδηγεί αναπόδρα στα σε νέες κρίσεις; Οι τράπεζες να είναι καλά...
Ας δούµε την κατάσταση κατάµατα: οι νεοφιλελεύθερες µονεταριστικές ιδέες του Μίλτον Φρίντµαν και του δασκάλου του Φρίντριχ φον Χάγεκ θριαµβεύουν – και ας ξέρει όλος ο κόσµος ότι αυτές ακριβώς οι άκαµπτες, ανηλεείς ιδέες, µε την εµµονή τους στην υποτιθέµενη θαυµατουργή «αυτορρύθµιση» των απελευθερωµένων από κάθε θεσµικό καπίστρι αγορών και την αριθµολαγνική σχεδόν αδιαφορία τους για τις κοινωνικές επιπτώσεις, ευθύνονται για τη σηµερινή στασιµότητα, αλλά και για όσα δεινά θα ακολουθήσουν.
Ο καπιταλισμός της καταστροφής
Βέβαια τα ανά τον κόσµο «παιδιά από το Σικάγο» έχουν ένα πρόβληµα: οι ιδέες τους αρέσουν πολύ στους κρατούντες και ιδιαίτερα στους κατόχους παχυλών τραπεζικών λογαριασµών, κατά προτίµηση υπεράκτιων _ αλλά δεν µπόρεσαν ποτέ και πουθενά να επιβληθούν µε δηµοκρατικό τρόπο. Καλώς ή κακώς, οι λαοί δεν αντέχουν τη συνεχή οικονοµική αφαίµαξη, τη «δοµικά» υψηλή ανεργία και τη µόνιµη ανασφάλεια που προκαλεί το συστηµατικό γκρέµισµα των δικτύων ασφαλείας του κράτους Πρόνοιας. Πάνω απ’ όλα δεν αντέχουν την προκλητική ανισότητα _ τις οχυρωµένες νησίδες πλούτου των ολίγων εν µέσω γενικευµένης ανέχειας και αβεβαιότητας των πολλών. Για αυτό και οι πολιτικές αυτές πάντα προωθούνται µέσα από το δόγµα των διαδοχικών σοκ: µόνον έτσι µπορεί να επιβληθεί ο καπιταλισµός-«ζόµπι», ο καπιταλισµός της καταστροφής.
Τα διαδοχικά σοκ όµως ύφαναν την αόρατη γραµµή αγανάκτησης που συνδέει την Ταχρίρ µε το Σύνταγµα, την Πλάθα ντελ Σολ µε το Ουισκόν σιν, το Μπρίξτον µε το Μπανγκλαντές και τα banlieues του Παρισιού. ∆εν είναι ζήτηµα ιδεολογίας, αλλά τσέπης _ ο αργός αλλά σταθερός ξεσηκωµός των αδικηµένων «νοικοκυραίων» και των παιδιών τους που χάνουν το έδαφος κάτω από τα πόδια τους. Απογοητευµένοι από την πολιτική, εκτοπισµένοι από την οικονοµία, εκατοµµύρια νυν ή εν δυνάµει νεόπτωχοι αναζητούν ενστικτωδώς µια διέξοδο έξω από την καθεστηκυία τάξη των καρτέλ: αναζητούν, επιτέλους, την επιστροφή στα διδάγµατα της πολιτικής οικονοµίας, που ξεχάστηκαν θαρρείς µέσα στον ορυµαγδό των αγορών.
Πριν από µερικές εβδοµάδες ένας σπουδαίος καθηγητής Πολιτικής Οικονοµίας και βιογράφος του Κέινς, ο Ρόµπερτ Σκιντέλσκι, έγραψε ότι αυτό που παρακολουθούµε παγκοσµίως είναι ο µεταθανάτιος αγώνας ρεβάνς µεταξύ των ιδεών του Κέινς και του Φον Χάγεκ – µεταξύ µιας πολιτικής υψηλών δαπανών και ελλειµµάτων που, παρ’ όλες τις δοµικές της αντιφάσεις, καταπολεµά την ανεργία και υποστηρίζει τις υπηρεσίες του κράτους Πρόνοιας και του σκληρού µονεταριστικού πλαισίου που υποστηρίζει µόνο τα συµφέροντα µιας υπερεθνικής πλουτοκρατικής ολιγαρχίας. Η εξέδρα είναι σαφώς υπέρ του πρώτου: ο διαιτητής όµως είναι φανερά «στηµένος» από τον δεύτερο. Ευτυχώς, η οµάδα του Χάγεκ βάζει το ένα αυτογκόλ µετά το άλλο…
Οι ξεχασµένες εξαγγελίες
Θυµάται κανείς τις «κορόνες» του Γκόρντον Μπράουν , της Ανγκελα Μέρκελ, του Σαρκοζί και του Μπαράκ Οµπάµα για την ανάγκη επιβολής ενός νέου, πιο ελεγχόµενου, πιο «κεΐνσιανού» διεθνούς χρηµατοοικονοµικού συστήµατος, τους πρώτους µήνες της κρίσης; Μάλλον τις ξέχασαν και οι ίδιοι: αυτό τουλάχιστον προκύπτει από τη µετέπειτα συµπεριφορά τους, που συνίσταται στην πλήρη εξυπηρέτηση των τραπεζικών και άλλων ολιγοπωλίων σε βάρος των πολιτών τους. Πού καιρός τώρα για εποπτικά όργανα, δίκαιη φορολόγηση, αναπτυξιακά κίνητρα, φόρους Τόµπιν και άλλα τέτοια ουτοπικά... Η περίπτωση του Οµπάµα είναι πολύ χαρακτηριστική: ενώ εξελέγη υποσχόµενος να καθαρίσει την «κόπρο του Αυγείου» στη Wall Street, γρήγορα φάνηκε ότι δούλευε πρωτίστως για λογαριασµό της – επιτρέποντας τη συνέχιση της τραγωδίας εκατοµµυρίων αµερικανών πρώην «νοικοκυραίων» που από τη µία ηµέρα στην άλλη έχασαν τα σπίτια τους, αλλά και της χορήγησης των ληστρικών µπόνους στα ένοχα για την κρίση στελέχη των τραπεζών και των hedge funds.
Την ίδια στιγµή, στην Ευρώπη, η Γερµανία και άλλοι «σκληροί του Βορρά» επιµένουν στην κατάργηση των κοινοτικών κονδυλίων που συντηρούν 13 εκατοµµύρια πάµφτωχους Ευρωπαίους, ενώ ταυτόχρονα επεξεργάζονται σχέδια για την έξωση των «προβληµατικών» χωρών από την ευρωζώνη και τη συλλογική τιµωρία των πολιτών τους.
ΠΗΓΗ: http://www.tovima.gr/world/article/?aid=421612
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου